-
1 ἀνα-τέλλω
ἀνα-τέλλω, 1) aufgehen-, aufsprossen lassen, Hom. Iliad. 5, 777 τοῖσιν δ' ἀμβροσίην Σιμόεις ἀνέτειλε νέμεσϑαι; ὕδωρ, Wasser aussprudeln lassen, Pind. I. 5, 72; Διόνυσον ἀνέτειλας, du gabst dem Dionysos das Dasein, von Theben, I. 6, 5; vgl. ἔτι χνοάοντας ἰούλους, noch den Milchbart haben, Ap. Rh. 2, 43; ὁ ϑεὸς τὸν ἥ-λιον, läßt die Sonne aufgehen, Matth. 5, 45; übh. hervorbringen, erzeugen, μυρί' ἀπ' αἰσχρῶν ἀνατέλλειν, zahllose Folgen aus den Schändlichkeiten hervorgehen machen, Anschläge über Anschläge machen, Soph. Phil. 1138. – 2) intrans., hervorgehen, aufgehen, bes. wie ἀνίσχω. von der Sonne u. dem Monde (vgl. ἐπιτέλλω, welches von den Sternen gesagt wird), Soph. O. C. 1248; Her. 4, 40; Plat. Legg. X, 887 e; oft bei Xen. u. Sp.; auch vom Aufgange des Sirius, Ap. Rh. 3, 959; der Eos, 2, 1007; γενέϑλη, Nachkommenschaft wächst auf, 1, 810; von Flüssen, Her. 4. 52; Plut. Syll. 20; καπνός Flamin. 4; im med., φλὸξ ἀνατελλομένη, die emporlodernde Flamme, Pind. I. 3, 83.
См. также в других словарях:
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Κέλτες — Λαός της κεντρικής Ευρώπης, ο οποίος, από τη 2η χιλιετία π.Χ., άρχισε να μεταναστεύει σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Οι Κ., έπειτα από αλλεπάλληλες μεταναστεύσεις, έφτασαν στην Ιβηρική χερσόνησο, στα Βρετανικά νησιά και στην Ιταλία (κατάληψη… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
MITHRA — Persis dicitur Sol. Strad. l. 15. Τιμῶσι δὲ καὶ Η῞λιον, ὅν Μίθραν καλοῦσι. Plut. in l. de Iside, et Osiride, post relatam eorum sententiam, qui duos esse Deos credebant, quasi adversarios et ἀντιτέχνους, quorum alter Bona, alter Mala operaretur,… … Hofmann J. Lexicon universale
Ιερεμίας — I (Αναθώθ, Βασίλειο του Ιούδα 650 π.Χ. – Αίγυπτος περ. 590 π.Χ.). Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν ο δεύτερος κατά σειρά από τους μείζονες προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Εμφανίστηκε στον δημόσιο βίο το 626 π.Χ., σε πολύ νεαρή ηλικία. Πολλά από τα κηρύγματά… … Dictionary of Greek
SOL — Phoenicibus olim Η῏λ, El, teste Serviô, In l. 1. Aen. v. 646. qui de Belo Phoenice, unde creta Dido, loquens, Omnes, inquit, in illis, partibus Solem colunt, qui ipsorum linguâ Hel dicitur; unde et Η῞λιος: η in ω discedente, et spiritu, in… … Hofmann J. Lexicon universale
PRAXIDICE — nympha ex Tremilo filium habuit Cragum, qui Lyciae monti nomen dedit, Steph. Suidas in Πραξιδίκη: Διονύσιος δε, εν κτίσεσιν, Ω᾿᾿γόγου ῾φησἲ θυγατέρες. Α᾿λαλκομενίαν, Θελξίνειαν, Αὐλίδα, ἃςὕςτερον Πραξιδίκας ὠνομαςθῆναι. Earum aedem et iusiurandum … Hofmann J. Lexicon universale